Έξι χρόνια έχουν περάσει από τον άδικο χαμό της εγκύου, Αγγελικής Παπαθανασοπούλου, και των δύο συναδέλφων της, που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διαδήλωση της 5ης Μαΐου 2010, όταν το υποκατάστημα της Τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου δέχθηκε εμπρηστική επίθεση. Το κτίριο όπου στεγάζονταν δεκάδες καταστήματα και επιχειρήσεις, παραμένει μέχρι σήμερα χωρίς καμία ανακαίνιση, μέσα στα σημάδια του καπνού και στα πεσμένα δοκάρια.
Τα όσα διαδραματίστηκαν σε αυτό το εγκαταλειμμένο κτίριο έχουν απασχολήσει την ελληνική Δικαιοσύνη, αφού έχουν λάβει χώρα δύο δικαστήρια, το ένα για τις πιθανές ελλείψεις στην πυρασφάλεια του κτιρίου και το δεύτερο για τον εμπρησμό του τραπεζικού παραρτήματος, που οδήγησε στο θάνατο τρεις ανθρώπους.
Η δίκη για τον εμπρησμό ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου έχει αναβληθεί αρκετές φορές, ιδίως μετά την αποχή των δικηγόρων. Κατά την τελευταία συνεδρίαση, το δικαστήριο αποφάσισε τη διακοπή της δίκης, ζητώντας τη βίαιη προσαγωγή δέκα και πλέον μαρτύρων, η κατάθεση των οποίων χαρακτηρίστηκε ουσιώδης. Τότε η δίκη αναμενόταν να συνεχιστεί στις 14 Ιανουαρίου 2016, η πολύμηνη αποχή όμως δεν επέτρεψε τη διεξαγωγή της.
Στο εδώλιο κάθονται για την επίθεση στο τραπεζικό κατάστημα και στο βιβλιοπωλείο Ιανός, δύο άτομα. Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, η αρχική ομάδα περίπου 12 νεαρών ατόμων, που έφεραν ξύλα, ρόπαλα, βαριοπούλες και είχαν καλυμμένα τα πρόσωπά τους, διαχωρίστηκε σε δύο υποομάδες, η μία από τις οποίες κατευθύνθηκε στο βιβλιοπωλείο «Ιανός» και η άλλη στο υποκατάστημα της Marfin. Κατηγορούμενοι είναι ο Θ. Σίψας και ο Παύλος Αντρέεβ, στους οποίους αποδίδονται κατά περίσταση τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, της απόπειρας ανθρωποκτονίας, της έκρηξης, της κατασκευής και κατοχής εκρηκτικής βόμβας και της απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας.
Παρά τα όσα τους αποδίδονται όμως στο κατηγορητήριο, και οι δύο κατηγορούμενοι μετά την απολογία τους στον ανακριτή αφέθηκαν ελεύθεροι με την επιβολή περιοριστικών όρων (απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και εμφάνιση σε αστυνομικό τμήμα). Ο εκ των συνηγόρων Δημήτρης Κατσαρής υποστηρίζει πάντως, πως η εμπλοκή του εντολέα του Θ. Σίψα είναι αποτέλεσμα "ενός άθλιου επικοινωνιακού παιχνιδιού πάνω στους τάφους τριών νεκρών ανθρώπων".
Η καταδίκη
Περίπου τρία χρόνια έχουν περάσει από την απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας, με την οποία επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης σε τρεις υπευθύνους του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin. Τα κατηγορητήρια έκαναν λόγο για ελλείψεις στην πυρασφάλεια του κτιρίου με αποτέλεσμα 3 υπάλληλοι να χάσουν τη ζωή τους και περισσότεροι από 20 να τραυματιστούν.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας και ο υπεύθυνος πυρασφάλειας καταδικάστηκαν σε ποινή φυλάκισης 10 ετών με αναστολή, ενώ η διευθύντρια του υποκαταστήματος σε πέντε έτη φυλάκισης. Αν και σε κανέναν δεν αναγνωρίστηκε ελαφρυντικό και οι τρεις έλαβαν αναστολή έως την έφεση κι έτσι αφέθηκαν ελεύθεροι. Η δίκη σε δευτεροβάθμιο έχει ξεκινήσει αλλά και πάλι λόγω της αποχής των δικηγόρων, έχει διακόψει.
Οι καταθέσεις των υπαλλήλων για το τι συνέβη εκείνη τη μέρα, αφού οι άγνωστοι δράστες έσπασαν το τζάμι του υποκαταστήματος, πετώντας μέσα μία μολότοφ, είναι ανατριχιαστικές. Ακόμα πιο έντονες ήταν η στιγμή που στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε ο σύζυγος της αδικοχαμένης Αγγελικής Παπαθανασοπούλου, αναφέροντας την τελευταία συνομιλία του με την έγκυο σύζυγό του.
Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας την ημέρα εκείνη, που ήταν προγραμματισμένο μεγάλο συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας για την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου, είχαν κανονίσει να φύγει από την δουλειά της η 32χρονη στις 15.00, γιατί είχαν στις 16.00 ραντεβού με τον γυναικολόγο.
«Στις 2 παρά, η Αγγελική μού τηλεφώνησε εμφανώς πανικόβλητη και μου είπε με έντονο ύφος: "Μας έχουν βάλει φωτιά, θα σε πάρω σε λίγο". Μου το έκλεισε. Αμέσως μετά την πήρα πίσω και μου είπε: "Δεν μπορώ να μιλήσω τώρα. Πνίγομαι". Μου το έκλεισε πάλι. Την πήρα ξανά αλλά δεν το σήκωσε. Με πήρε τη στιγμή που κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να σωθεί. Αφού είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να φύγει από τη φωτιά», ανέφερε.
News247.gr