A A A

«Να μην πονάω, να μην πονάω, να μην πονάω, αυτό επιθυμώ». Πόσες φορές, σε πόσες παραλλαγές να έχει ακούσει το παραπάνω η κ. Αλίκη Τσερκέζογλου ούτε μπορεί να υπολογίσει. Στα 27 συναπτά χρόνια που εργαζόταν στον «Αγιο Σάββα», ως γυναικολόγος-ογκολόγος, η αντιμετώπιση του πόνου ήταν το υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο, μετά τη θεραπεία. Και σε πολλές περιπτώσεις έμενε ζητούμενο.

«Ενα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζαμε στο νοσοκομείο ήταν όταν σταματούσαν οι θεραπείες που μπορούσαμε να κάνουμε στους ογκολογικούς ασθενείς και αναγκαστικά τους στέλναμε σπίτια τους», λέει στην «Κ». «Ουσιαστικά τους λέγαμε “δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο για εσάς”. Εκείνοι βάραιναν φυσικά ψυχολογικά, το ίδιο και οι οικογένειές τους». Της ήταν πάντα δύσκολο να συμφιλιωθεί με αυτό. Ηταν ακριβώς η στιγμή που οι άνθρωποι αυτοί είχαν ανάγκη ολοκληρωμένης παρέμβασης. «Είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία που αναγνωρίζει ότι οι ασθενείς σε αυτό το στάδιο έχουν ανάγκη ομάδας ανθρώπων που θα αντιμετωπίσουν τον πόνο, την κόπωση, τη σύγχυση που αισθάνονται, αλλά και τα ψυχολογικά προβλήματα που προκύπτουν από την αλλαγή του ρόλου τους στην οικογένεια –από γονείς γίνονται πάλι παιδιά, για παράδειγμα–, την απώλεια της δουλειάς και του εισοδήματός τους. Είναι και μια στιγμή που εμφανίζονται προβλήματα νοηματοδότησης. Οταν ο θάνατος είναι κοντά, οι άνθρωποι τείνουν να αναρωτιούνται τι έκαναν στη ζωή τους, αλλά έχουν ταυτόχρονα διάθεση να διηγηθούν τη ζωή τους, να πουν “υπήρξα κι εγώ”».

Για όλα αυτά φροντίζει σήμερα μέσα από τον νέο της ρόλο ως διευθύντρια της Μονάδας Ανακουφιστικής Φροντίδας «Γαλιλαία», μη κερδοσκοπικό ίδρυμα που λειτουργεί υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητρόπολης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής από τον Μάρτιο του 2010. Στόχος της μονάδας είναι η πρόληψη και ανακούφιση των ψυχικών και σωματικών συμπτωμάτων που προκαλεί μια νόσος απειλητική για τη ζωή, αλλά και η στήριξη της οικογένειας σε όλα τα στάδια της ασθένειας. Μια ομάδα γιατρών, νοσηλευτών, ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, φυσικοθεραπευτών, εργοθεραπευτών και εκπαιδευμένων εθελοντών, προσφέρουν στήριξη και ανακούφιση -και ελπίδα- μέσω δωρεάν κατ’ οίκον υπηρεσιών σε 50-60 ασθενείς την εβδομάδα (προς το παρόν καλύπτονται οι ογκολογικοί ασθενείς που ζουν στα όρια της Μητρόπολης Λαυρεωτικής). Η «Γαλιλαία» προσφέρει και πρακτική βοήθεια, παρέχοντας όπου χρειάζεται νοσοκομειακό κρεβάτι ή καρότσι.

«Η ανακουφιστική φροντίδα δεν υποκαθιστά τη θεραπεία, είναι συμπληρωματική αυτής» εξηγεί η κ. Τσερκέζογλου. «Μέχρι το 2010, δεν είχαμε στην Ελλάδα τέτοιες μονάδες. Εκείνη τη χρονιά δημιουργήθηκε η “Μέριμνα” που καλύπτει την ανακουφιστική φροντίδα σε παιδιά και η “Γαλιλαία” για τους ενήλικες. Οι κλινικές πόνου επιτελούν σημαντικό έργο αλλά δεν προσφέρουν υπηρεσίες στο σπίτι».

Επόμενος στόχος για την ομάδα είναι η δημιουργία Ξενώνα Ανακουφιστικής Φροντίδας στα Σπάτα, στα πρότυπα των Hospices, κάτι μεταξύ ξενοδοχείου και νοσοκομείου, που λειτουργούν εδώ και χρόνια στο εξωτερικό, όπου θα προσφέρεται στους ασθενείς οργανωμένη φιλοξενία σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο. «Στον Αγιο Σάββα είχαμε 2-3 θανάτους την ημέρα, από ασθενείς που είχαν μπει στο νοσοκομείο ίσα ίσα για να πεθάνουν» λέει η ίδια. «Αν τους ρωτούσες όμως, δεν θα ήταν το νοσοκομείο ο χώρος που θα ήθελαν να καταλήξουν». Ο Ξενώνας που προετοιμάζεται από τη «Γαλιλαία» (θα είναι έτοιμος εντός του 2017) θα έχει τα χαρακτηριστικά ενός σπιτιού, την άνεση και την ασφάλεια ενός νοσοκομείου. «Θα μπορούν να είναι μαζί τους τα παιδιά και τα εγγόνια τους, θα δίνει τη βεβαιότητα στις οικογένειες ότι έχουν κάνει το καλύτερο για τους ανθρώπους τους».

Ηδη η «Γαλιλαία» λειτουργεί δύο φορές την εβδομάδα Κέντρο Ημερήσιας Φροντίδας και Απασχόλησης, όπου συνδυάζεται η ανακουφιστική φροντίδα και υποστήριξη με δημιουργική απασχόληση των περιπατητικών ασθενών μέσω αφήγησης, συζήτησης, εικαστικών δραστηριοτήτων, προσωπικής φροντίδας, υδροθεραπείας κ.λπ. Παράλληλα με τις δραστηριότητες, η ευκαιρία κοινωνικοποίησης καθεαυτή τους δίνει τη δυνατότητα να γνωριστούν, να ανταλλάξουν απόψεις και να μοιραστούν βιώματα και συναισθήματα. «Οταν δεν είχα καμιά ελπίδα για βοήθεια, όταν μπροστά μου έβλεπα τον γκρεμό, ο Θεός έστειλε εσάς», είπε μία ασθενής.

kathimerini.gr