A A A

Ο υπουργός Εργασίας Γ. Κατρούγκαλος θα προσέλθει στη διαπραγμάτευση έχοντας ως βάση αναφοράς την κοινή διακήρυξη των πέντε σημείων που συνυπέγραψαν οι κοινωνικοί εταίροι τον περασμένο Ιούνιο.

Η έλευση των εκπροσώπων των θεσμών σήμερα στην Αθήνα σηματοδοτεί την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης για το μέλλον των εργασιακών σχέσεων και τη θεσμοθέτηση νέων κανόνων στην αγορά εργασίας για τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, αναμένεται να «κλείσουν» και οι δύο σοβαρές εκκρεμότητες του ασφαλιστικού, οι οποίες αφορούν τον τρόπο λειτουργίας των επαγγελματικών ταμείων καθώς και το «πάγωμα» των οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

Αυτό συμφωνήθηκε μεταξύ του υπουργού Εργασίας και των εκπροσώπων των θεσμών κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης που είχε ο κ. Κατρούγκαλος με τους εκπροσώπους των πιστωτών το βράδυ της προηγούμενης Παρασκευής. Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εργασίας, η εκπρόσωπος του ΔΝΤ Ντέλια Βελκουλέσκου αναμένεται να έρθει στην Αθήνα το ερχόμενο Σάββατο, με αποτέλεσμα να μετατεθεί κατά μία εβδομάδα η έναρξη της ουσιαστικής διαπραγμάτευσης για την ατζέντα των εργασιακών σχέσεων.

Τι επιδιώκουν οι θεσμοί

Η επικείμενη διαπραγμάτευση για το εργασιακό, που μετατίθεται τελικά για την επόμενη εβδομάδα, θα γίνει μέσα σε ένα περιβάλλον μιας πλήρους απορρυθμισμένης αγοράς εργασίας και αναμένεται να είναι εξαιρετικά δύσκολη και σκληρή, καθώς οι εκπρόσωποι των θεσμών, πέρα από τις θέσεις που εκφράζουν, λειτουργούν ταυτόχρονα με μια στρατηγική που ο χρονικός της ορίζοντας έχει «μεγάλο βάθος χρόνου». Α

υτό σημαίνει ότι οι παρεμβάσεις που θα προτείνουν για την αγορά εργασίας θα αφορούν τουλάχιστον την επόμενη δεκαετία. Ήδη διανύουμε τον έβδομο χρόνο από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου (6/2010) και του τέταρτου από την υπογραφή του δευτέρου (2/2012), των οποίων οι ρυθμίσεις (σε όλα τα επίπεδα) εξακολουθούν να καθορίζουν την ελληνική οικονομία και την αγορά εργασίας.

 

Οι πέντε άξονες

Πέντε είναι οι βασικοί άξονες που συγκροτούν την «εργασιακή ατζέντα» των θεσμών και περιέχουν τις εξής πολιτικές για την αγορά εργασίας:

α) την καθήλωση των μισθών και ειδικά του κατώτατου,

β) τη διεύρυνση της μερικής απασχόλησης με νέες πιο ευέλικτες μορφές,

γ) την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων,

δ) την αλλαγή συγκεκριμένων διατάξεων του συνδικαλιστικού νόμου 1264/1982 και

ε) τον δραστικό περιορισμό των κλαδικών συμβάσεων μέσα από τη θεσμική ανάδειξη των επιχειρησιακών συμβάσεων, ως ισχυρότερων συλλογικών ρυθμίσεων, έναντι των κλαδικών ή των ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων.

Στον αντίποδα αυτών των κυρίαρχων προταγμάτων των εκπροσώπων των θεσμών, ο υπουργός Εργασίας κ. Κατρούγκαλος θα προσέλθει στη διαπραγμάτευση έχοντας ως βάση αναφοράς την κοινή διακήρυξη των πέντε σημείων που συνυπέγραψαν οι κοινωνικοί εταίροι τον περασμένο Ιούνιο. Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ο περιορισμός της ευελιξίας στην αγορά εργασίας και η διαμόρφωση του κατώτατου μισθού μέσα από τις διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων συνθέτουν το βασικό τρίπτυχο των επιδιώξεων της ελληνικής κυβέρνησης.

Επίσης, ο υπουργός Εργασίας έχει αναφέρει ότι το πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνώμων για το εργασιακό έχει γίνει αποδεκτό ως βάση συζήτησης από τους εκπροσώπους των θεσμών, συμπεριλαμβανομένου και του ΔΝΤ.

Όμως, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης και από τον χαρακτηρισμό του ΔΝΤ ως «ακραίου παίχτη» των διαπραγματεύσεων, ο κ. Κατρούγκαλος γνωρίζει ότι η επικείμενη διαπραγμάτευση για το εργασιακό είναι πρωτίστως μια διαπραγμάτευση ισχύος μεταξύ των δύο πλευρών.

Για τον λόγο αυτό αναμένεται να είναι μία σκληρή διαπραγμάτευση. Επίσης, υπάρχει ένας ακόμη σημαντικός λόγος που καθιστά τη διαπραγμάτευση εξαιρετικά δύσκολη και αμφίρροπη ως προς το αποτέλεσμά της και αφορά την πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία. Μόλις πριν από τέσσερις μήνες στη Γαλλία ο Φρανσουά Ολάντ για να περάσει τις μεταρρυθμίσεις για τις εργασιακές σχέσεις, που καθιστούν πιο εύκολες τις απολύσεις, αναγκάστηκε να παρακάμψει την Εθνοσυνέλευση και να περάσει με διάταγμα τη συγκεκριμένη διάταξη η οποία προκάλεσε τη σφοδρή σύγκρουση κυβέρνησης και γαλλικών συνδικάτων.

Συνεπώς, δεν είναι μόνο το ΔΝΤ (ως ο ακραίος παίχτης) που προωθεί τη μέγιστη δυνατή ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις, αλλά είναι το γενικότερο οικονομικό και πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη, καθώς και οι πολιτικοί συσχετισμοί δυνάμεων που ευνοούν την υιοθέτηση πολιτικών ευελιξίας στην αγορά εργασίας.

Ειδικά για το μείζον θέμα της διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, υπενθυμίζεται ότι η ρύθμιση του δευτέρου μνημονίου ν. 4172/13, άρθρο 103 προβλέπει ότι μετά την 1/1/2017 θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ η νέα διαδικασία (μηχανισμός) διαμόρφωσης νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας.

Μάλιστα, το δεύτερο μνημόνιο θέτει ως βασική προϋπόθεση ότι το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπ’ όψιν την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη, από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, καθώς και του ποσοστού της ανεργίας.

naftemporiki.gr